. Μια γνώση που τον βοήθησε αργότερα στο προσωπικό του στούντιο, αλλά και του κόλλησε το παρατσούκλι “Push Pull”....
Το 1967, ο τραγουδιστής των Olympians Πασχάλης Αρβανιτίδης, χρειάστηκε να εγκαταλείψει το συγκρότημα για να υπηρετήσει τη θητεία του στην αεροπορία. Ο 19χρονος Νίκος Παπάζογλου που τότε έκανε τα πρώτα δειλά βήματα στη μουσική, επιλέχθηκε για να τον αντικαταστήσει. Για ένα ολόκληρο χρόνο τραγουδούσε μοντέρνα μουσική με τους Olympians, στο club Χαβάη της Θεσσαλονίκης. Την ίδια περίοδο, τραγουδούσε και για τους “Blow Up”, μια από τις πιο δημοφιλείς μπάντες της Θεσσαλονίκης που έπαιζε κυρίως soul και RnB.
Στις αρχές του 70, επηρεασμένος απο την επιτυχία των “Aphrodite’s Child”, κάνει μια προσπάθεια για διεθνή καριέρα. Με το νέο του συγκρότημα “Ζηλωτής”, πηγαίνουν στο Άαχεν της Γερμανίας και καταλήγουν στο Μιλάνο. Εκεί με παραγωγό το Νίκο Παπαθανασίου, αδερφό του Βαγγέλη, ηχογραφούν έξι τραγούδια. Οι εταιρείες δεν ενδιαφέρθηκαν για το υλικό τους και έτσι το όνειρο έμεινε ανεκπλήρωτο. Ένα από αυτά τα τραγούδια, κυκλοφόρησε με ελληνικό στίχο στο δίσκο «Χαράτσι» και είναι το «Χθες βράδυ». Ο Νίκος Παπάζογλου έφτιαξε το πρώτο του συγκρότημα όταν ήταν 15 χρόνων. Τραγουδούσε και με όσα κατάφερε να μάθει μόνος ή από φίλους του, έπαιζε μπάσο και κιθάρα. Με την παρέα τραγουδούσε στα πάρκα, αλλά κάθε βράδυ ερχόταν η ασφάλεια και τους έδιωχνε. Έτσι κατέληξαν να κάνουν πρόβες κρυφά μέσα στο Λευκό Πύργο. Εκεί δεν τους ενόχλησε ποτέ κανένας. Ανέβαιναν στο πρώτο όροφο και κρατώντας κεριά για να βλέπουν ( δεν είχε ηλεκτρικό) έπαιζαν με τις ώρες.Καθώς τα χέρια του «έπιαναν» αποφάσισε να φτιάξει δικό του στούντιο ηχογραφήσεων. Έτσι δημιουργήθηκε το περίφημον στούντιο ηχογραφήσεων το «Αγροτικόν» στη Κάτω Τούμπα. Εκεί το 1977, ηχογραφήθηκε και ο δίσκος σταθμός «Η εκδίκηση της γυφτιάς». Ρασούλης, Ξυδάκης και Παπάζογλου συνεργάζονται και δημιουργούν ένα εκπληκτικό αποτέλεσμα. Στο «Αγροτικόν» θα βρουν καταφύγιο πολλοί νέοι τότε καλλιτέχνες, όπως η Μελίνα Κανά, ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Αποφασίζει να χρηματοδοτεί μέχρι δύο δίσκους το χρόνο: «ανθρώπων που έχουν τις προδιαγραφές και ταλαιπωρούνται άδικα». Ένας από αυτούς τους ταλαιπωρημένους ήταν και Ορφέας Περίδης, που είχε συμβόλαιο με εταιρεία αλλά δεν τον έβαζαν σε στούντιο για να ηχογραφήσει και να κυκλοφορήσει δίσκο. Έτσι δημιουργείται η περίφημη σχολή της Θεσσαλονίκης, που ανέδειξε πολλούς τραγουδιστές με κυρίαρχη πλέον θέση στο μουσικό στερέωμα. Παράλληλα με την δισκογραφία ξεκινά και συναυλίες, όπου υιοθετεί ένα στυλ που δεν αποχωρίστηκε ποτέ. Μπλέ πουκάμισο, κόκκινο φουλάρι, για αυτό και τον ονόμασαν “Ινδιάνο” της ελληνικής μουσικής. Η γυναίκα του, του έλεγε ότι τα ίδια πουκάμισα φορούσαν οι φυλακισμένοι στο Μεξικό, για να της απαντήσει: «ούτως ή άλλως φυλακισμένοι είμαστε κι εμείς». Σε περιπτώσεις που οι εισπράξεις των συναυλιών ξεπερνούσαν το ποσό που είχε συμφωνηθεί, τότε τα επιπλέον χρήματα τα έδινε σε βιβλιοθήκες συλλόγων και σε διάφορες φιλανθρωπικές οργανώσεις.
«Όλα πάνε πρίμα»..Αυτή τη φράση συνήθιζε να λέει όταν ήθελε να περιγράψει τη ζωή του. Ήταν παντρεμένος με τη Βαρβάρα, με την οποία είχε αποκτήσει δύο παιδιά. Τον Αλέξανδρο και την Αδελαϊδα, για την οποία έγραψε και το περίφημο τραγούδι “Αύγουστος”. Για την ακρίβεια, η πρώτη έμπνευση ήταν ένας ανεκπλπήρωτος έρωτας, μια πανέμορφη γυναίκα που συνάντησε σε διακοπές και φοβήθηκε να ερωτευθεί, όπως είχε δηλώσει ο ίδιος. «Το μισό είναι για την κόρη μου και το μισό γι΄ αυτή την κοπέλα» , είχε πει χαρακτηριστικά σε συνέντευξη στη ΝΕΤ. Ζούσε σε ένα κτήμα έξω από τη Θεσσαλονίκη, όπου πέρναγε την ώρα του με καλή παρέα, φροντίζοντας τα άλογα και τα φυτά του. Χόμπυ του ήταν η ιστιοπλοία. Έτρεχε σε ιστιοπλοικούς αγώνες με το σκάφος του και για πλήρωμα είχε την γυναίκα του, το γιο του και παλιά μέλη της ορχήστρας του. Ο Νίκος έφυγε,χάνοντας τη μάχη με τον καρκίνο, στις 17 Απριλίου του 2011,λίγο καιρό μετά το θάνατο του συνεργάτη του Μ.Ρασούλη.